- αχεροντία
- (acherontia). Γένος λεπιδόπτερων εντόμων της οικογένειας των σφιγγιδών. Ζουν στην Ευρώπη, την Ασία, την Αφρική, τη Μαδαγασκάρη και στα νησιά των Αζόρων. Το τέλειο έντομο έχει άνοιγμα πτερύγων 10-12 εκ., ενώ το μήκος της προνύμφης μπορεί να φτάσει τα 10 εκ. Έχουν σώμα παχύ και ωοειδές, ενώ οι μπροστινές πτέρυγες είναι μακριές και στενές. Φέρουν κοντή και αρκετά σκληρή προβοσκίδα. Τα χρώματα που κυριαρχούν στα φτερά τους είναι κίτρινο, κόκκινο, μπλε, ενώ ταινίες πιο σκούρων χρωμάτων παρεμβάλλονται ανάμεσα. Πετούν γρήγορα και εμφανίζονται μετά τη δύση του ηλίου ή πριν από την ανατολή του, για να ψάξουν για τροφή, που κυρίως αποτελείται από το νέκταρ των λουλουδιών. Πολλές φορές τρυπά τις φωλιές των μελισσών και ρουφά το μέλι. Όταν ενοχληθεί, αφήνει ένα διαπεραστικό, σαν κλάμα, ήχο που παράγεται από τις παλμικές κινήσεις των μακριών σπειροειδών τμημάτων του στόματός της. Το κλάμα αυτό, μαζί με ένα κίτρινο αποτύπωμα που μοιάζει με ανθρώπινο κρανίο επάνω στον θώρακά της δημιούργησαν πολλές προλήψεις σχετικά με την α., η οποία σε πολλά μέρη θεωρείται προάγγελος κακού και ονομάζεται νεκροκεφαλή. Τα αβγά της είναι σφαιρικά και έχουν χρώμα κυανοπράσινο. Τα αποθέτει στο κάτω μέρος των φύλλων των φυτών της πατάτας, της μελιτζάνας κλπ. Οι κάμπιες, όταν βγουν από τα αβγά, είναι μαλακές κι έχουν χρώμα κίτρινο, και καταλήγουν σε μία απόφυση σχήματος S. Όταν φτάσουν το μέγιστο μήκος, μπαίνουν μέσα στο χώμα όπου και μεταμορφώνονται σε χρυσαλλίδες. Τα τέλεια έντομα εμφανίζονται την άνοιξη. Πιο γνωστό είδος είναι η α. η άτροπη.
Dictionary of Greek. 2013.